- pneumotympanum
- استرواح الطبل
* * *اسْتِرْواحُ الطَّبْل
English-Arabic Medical Dictionary. 2013.
English-Arabic Medical Dictionary. 2013.
πνευμοτύμπανο — το, Ν ιατρ. η παρουσία αέρα υπό πίεση στο μέσο αφτί, που χαρακτηρίζεται από οξύ πόνο κατά το φύσημα τής μύτης, από εμβοές, κώφωση και, μερικές φορές, ελαφρά ζάλη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pneumotympanum (< πνεύμα + τύμπανο)] … Dictionary of Greek